- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στη συναυλία κατά των μεταλλείων χρυσού, το βράδυ του Σαββάτου στην Ιερισσό, τα πρόσωπα των περισσότερων θεατών φαίνονταν μαλαματένια κόντρα στα φώτα της σκηνής. Και περισσότερο από όλα έλαμπε το πρόσωπο του Γιάννη Αγγελάκα - ένα «κεφάλι γεμάτο χρυσάφι». Εμφανίστηκε δεύτερος μετά τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Και πέρασε κατευθείαν στο ζουμί. «Έχω ένα άδειο σκουριασμένο πιστόλι»…
Τραγουδούσε απόκοσμα, οι ηλεκτρικές στριγκλιές του μπαγλαμά κατέβαιναν από την κορυφή του κεφαλιού σου μέχρι πίσω στο σβέρκο. Φορώντας, όπως πάντα, μαύρο πουκάμισο ανοιχτό στον λαιμό, κινούμενος, όπως πάντα, ένα βήμα μπρος κι ένα πίσω, κρατώντας το σταθερό μικρόφωνο, αφοσιωμένος και μετέωρος στην πιο ηλεκτρισμένη μελωδία. Κι ο κόσμος ανταπέδιδε ευγνωμοσύνη. «Πες μου πώς γίνεται η αγάπη, να ζει απ’ τη λέξη εχθρός».
Τα φώτα τη σκηνής χτυπούσαν τον Αγγελάκα από πίσω κι έτσι διαγραφόταν ένα φωτεινό άσπρο περίγραμμα γύρω από τη ψιλόλιγνη φιγούρα του. - «Θα ανατέλλω». Τα φώτα τον χτυπούσαν στην πλάτη και πολλές φορές τα μαλλιά του φαίνονταν σαν να ‘χαν πάρει άσπρη φωτιά. - «Θα σε καίω». Ιαχές κι ενθάρρυνση. Ερώτηση και απάντηση. Ρουφούσε κάθε ανάσα και χαμογελούσε με το στραβό του χαμόγελο στα δευτερόλεπτα ανάμεσα στα τραγούδια. Καμιά φορά, έσπασε η χορδή του κιθαρίστα, η μουσική σταμάτησε, ο κόσμος δεν σταμάτησε, ο Αγγελάκας άκουγε τα συνθήματα από κάτω, τα απολάμβανε και κουνούσε το κεφάλι με το στραβό παιδικό του χαμόγελο.
Φλας μπακ στη Δυτική Θεσσαλονίκη, κάπου στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ένας λιγνός πιτσιρικάς στη γειτονιά της Νεάπολης καρτερούσε με ευλάβεια να ακούσει τα απαγορευμένα τραγούδια της δικτατορίας και τον μύθο που τα συνόδευε. Απογοητεύτηκε με τα τραγούδια. Κι άρχισε να υφαίνει τον δικό του μύθο. Ξεκίνησαν έτσι οι πρώτες λαχτάρες στα προβάδικα στα Λαδάδικα, η μαγκιά και η αλητεία, τα πρώτα λάιβ, ο πρώτος δίσκος από τις Τρύπες το 1984, τα ασπρόμαυρα βίντεο κλιπ μιας μπάντας πολύ διαφορετικής από τις άλλες, στον Βορρά έπνεε καθαρός, φρέσκος αέρας. Δεύτερος, τρίτος δίσκος, ύστερα τα «Εννιά πληρωμένα τραγούδια, η μεγάλη έκρηξη, οι συναυλίες στον Λυκαβηττό, το μεγάλο μυστικό ήταν στο κύμα, όχι στον αφρό.
«Όταν η μπάλα άρχισε ν’ ανοίγεται, μου πέρασαν κάποιες σκοτεινές ιδέες, φοβήθηκα μη χάσω τον εαυτό μου» λέει ο Γιάννης Αγγελάκας στην Αγγελική Αριστομενοπούλου, που γύρισε ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. Οι Τρύπες χώρισαν, ηχογραφήθηκαν νέοι δίσκοι, κινηματογραφήθηκαν ταινίες, γράφτηκαν νέα ποιήματα και βιβλία, ανάσαναν καινούρια χνώτα, «Ο Γιάννης Αγγελάκας και οι Επισκέπτες», τα ρεμπέτικα, ο Ψαραντώνης, «Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ».
Πίσω στην Ιερισσό το βράδυ του Σαββάτου, ο κόσμος κάτω από τη σκηνή μεταλάβαινε στιγμές μιας επιδραστικής φιγούρας. Κρυσταλλένια αγάπη. Σε μια στιγμή που ο Αγγελάκας τραγουδούσε, τα φώτα έπεσαν πάνω στα χέρια του. Τυχαία για λίγα δευτερόλεπτα δεν φωτιζόταν τίποτα άλλο στη σκηνή, κι έτσι φάνηκαν δύο χέρια μόνο υψωμένα στον ουρανό. Και λίγο μετά ξεκίνησε κρυφογελώντας. «Μου λεν’ αν φύγω από τον κύκλο θα χαθώ, στα όρια του μοναχά να γυροφέρνω»... Ο χορός από κάτω έγινε εκστατικός.