- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Zonars... και jour fix
Ένα από τα αξιοθέατα της Αθήνας, όπως τα διάσημα παριζιάνικα καφέ, το «Zonars» μας γοητεύει επιτέλους. Και πολύ άργησε.
Ένα από τα αξιοθέατα της Αθήνας, όπως τα διάσημα παριζιάνικα καφέ, το «Zonars» μας γοητεύει επιτέλους. Και πολύ άργησε.
Συναντιόμαστε πότε πότε οι «παλιοί» περιοδικατζήδες, σημερινοί ντεμί-ή-φουλ-πανσιόν καλλιτέχνες, ραδιοφωνικοί παραγωγοί, αστρολόγοι, δημοσιογράφοι, συγγραφείς και dj. Ψήνουμε έναν από μας να γίνει chef pâtisser, μια και το έχει με τα επιδόρπια. Ψήνουμε έναν άλλον να είναι πιο αποφασιστικός, έναν τρίτον να κάτσει στα αυγά του. Αναλύουμε το Προσφυγικό, το Φορολογικό, το Γκομενικό. Οι συναντήσεις μας είναι πάντα στο κέντρο της Αθήνας επειδή (1) το αγαπάμε, (2) το αγαπάμε ακόμα.
Έτσι οργανώθηκε μια συνάντηση στο «Zonars» – ο Γιώργος Παυριανός έστησε το σόου, στέλνοντας μηνύματα σε όλους, με τη βαθύτερη επιθυμία να θεσμοθετήσουμε μια στάνταρ μέρα κάθε μήνα που θα συναντιόμαστε και θα λέμε αυτά που λέμε συνήθως (άρατα μάρατα). Ήταν ευκαιρία να δοκιμάσουμε κάτι από την κουζίνα του «ιστορικού καφέ - ρεστοράν»… Κοιτάξτε, έχουν γραφτεί τα πάντα για το καινούργιο «Zonars», το ξέρω, μπήκα στο ίντερνετ και τα διάβασα για να είμαι προετοιμασμένη σε περίπτωση που θέσει ερωτήσεις κανείς ξαφνικά… Μεγάλωσα στην επαρχία, γι’ αυτό δεν έχω τρυφερές αναμνήσεις από τον μπαμπά μου που με έφερνε εδώ να φάω παγωτό Σικάγο – δεν με έφερνε και δεν έτρωγα. Στη δεκαετία του ’80, όμως, ως δημοσιογράφος στον «Ταχυδρόμο», ερχόμουν στο «Ζ» να κάνω συνεντεύξεις επειδή ήταν κοντά (στη Χρήστου Λαδά όπου κατοικοέδρευε το έντυπο), είχε ησυχία και ωραία ζεστή σοκολάτα. Είχε και κάτι ακόμα, μια ατμόσφαιρα σοβαρότητας, μια βαρύτητα αραγμένη στους κόκκινους δερμάτινους καναπέδες, μια εγγλέζικη ευθύτητα ράχης στις ασήκωτες μαύρες καρέκλες. Τα γκαρσόνια φορούσαν γιλέκο και αναγνώριζαν τους πελάτες από τη δεύτερη επίσκεψη. Περπατούσαν βιαστικά με σκεπτικό ύφος και ενώ περίμενες ότι θα είχανε ένα μολύβι πίσω από το αυτί, δεν είχαν. Λοιπόν το περίεργο είναι ότι το σημερινό «Ζ», ανακαινισμένο και αλλαγμένο μέσα-έξω, με αναπαυτικά καθίσματα, καναπεδάκια, καρέκλες και σκαμπό, με τις τεράστιες τζαμαρίες της Πανεπιστημίου σαν σκηνή αστικού θεάτρου και γυαλιστερά πατώματα έτοιμα να χορέψεις κλακέτες αν χόρευες, με ξύλινες επενδύσεις παντού και μια μοντέρνα σίξτις-σέβεντις αισθητική… το σημερινό «Ζ» έχει ακόμα αυτή την απροσδιόριστη ατμόσφαιρα. «Απροσδιόριστη» γιατί σε κάνει να φέρεσαι ευγενικά, να κάθεσαι λίγο πιο στητά, να ξεδιπλώνεις τη λευκή πετσέτα σου σχεδόν με χάρη – κι όλα αυτά χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Το φαγητό είναι καταπληκτικό, ό,τι παραγγείλαμε, το σκίσαμε. Λινγκουίνι, λαχανοντολμάδες, ένα ψάρι με κρούστα σουσαμιού, ευφάνταστες σαλάτες, γλυκά παραδοσιακά και μη… η πάστα αμυγδάλου σε απογειώνει και το παγωτό Σικάγο είναι πραγματικά σαν να τρως όλο το Σικάγο αλλά με πολλή σοκολάτα μέσα. Ο εμπνευστής και πρώτος ιδιοκτήτης Κάρολος Ζωναράς είχε ζήσει χρόνια στην Αμερική πριν από τον Πόλεμο και σκάρωσε το παγωτό αυτό σαν φόρο τιμής ή από νοσταλγία για το ορίτζιναλ Σικάγο, στο οποίο υποθέτω ότι έβγαλε και τα λεφτά του.
Οι τιμές είναι οκέι για το είδος του μαγαζιού, για την πολυτέλεια δηλαδή, για το σημείο του κέντρου, όπως και για την ποιότητα φαγητού και σέρβις: έχει πιάτα από 10 ως 18 και 22 ευρώ, αλλά ο μουσακάς π.χ. (με κιμά κοτόπουλου) που σερβίρεται σε πυρεξάκι, στην ουσία είναι για δύο άτομα και μάλιστα πεινασμένα. Τους λαχανοντολμάδες τους φιλοτεχνεί μια πολύ ταλαντούχα κυρία και όλα τα άλλα ο στάνταρ σεφ του ιδιοκτήτη Χρύσανθου Πανά, ο Νίκος Σκλήρας, που δουλεύει μαζί του εδώ και χίλια χρόνια. Το εξαιρετικό σούσι υπογράφει η Άννα Σαντασέντο, η οποία ήταν σεφ στο Λονδίνο σε διάσημο εστιατόριο. Οι μερίδες είναι μεγάλες και τα παιδιά που σερβίρουν, εκτός που είναι πολύ καλά στη δουλειά τους, είναι από νόστιμα έως κουκλιά. Η πελατεία είναι 25-30 χρονών και πάνω, ακόμα και πάνω-πάνω-πάνω, με κάμποσους επώνυμους – όπως στα σίξτις ερχόταν εδώ ο Γκάτσος, ο Ελύτης και ο Τσαρούχης, έτσι σήμερα έρχονται ηθοποιοί και γενικότεροι καλλιτέχνες. Χαζεύεις δηλαδή – και οι επώνυμοι, μη νομίζετε, χαζεύουν πιο πολύ από όλους. Απλώς κάνουν ότι και καλά δεν κοιτάνε γύρω τους, ότι έχουν πολλά στο μυαλό τους, άσε που φοράνε γυαλιά ηλίου και δυσκολεύονται. Βγάλαμε σέλφις, εννοείται, αφού φωτογραφίσαμε όλα τα πιάτα. Πάνω από το κεφάλι μου κρεμόταν ωραιότατο έργο του Πικάσο του ιδίου, δανεικό στο «Ζ» από κάποιον ανώνυμο συλλέκτη. Είπαμε αστεία, ιστορικά ανέκδοτα από την εποχή της ακμής των περιοδικών, τα σχέδιά μας, τον πόνο μας και τέτοια, όπως κάνουμε συνήθως. Αποφασίσαμε να κλείσουμε μια «στάνταρ μέρα», δηλαδή το προαναφερθέν «jour fix», και να συναντιόμαστε για φαγητό ή καφέ/ποτό στη γωνία μέσα στο «Ζ», όπως έκαναν οι παλιές Αθηναίες… κάποιες από τις οποίες καθόντουσαν στο διπλανό τραπέζι και περνούσαν υπέροχα. Αντάλλασσαν ιστορικά ανέκδοτα, τα σχέδιά τους, τον πόνο τους και τέτοια… απλώς είχανε πιο καλοχτενισμένα μαλλιά από μας και καλύτερα μπιζού. Αλλά, όπως έχουμε ξαναπεί, κανείς δεν είναι τέλειος, πόσο μάλλον οι περιοδικατζήδες…
Zonars café bar restaurant, Πανεπιστημίου & Βουκουρεστίου 9, 2103251430. Ανοιχτό 8.00 π.μ. - 2.00 (το πρωί).