H Σώτη στην Chinatown!
Συνέντευξη για τα «Κινέζικα Κουτιά», που της χάρισαν το διεθνές λογοτεχνικό βραβείο «Francesco Alziator»
Τα «Κινέζικα κουτιά», ένα βιβλίο της Σώτης Τριανταφύλλου που κυκλοφόρησε το 2006, εκδόθηκε φέτος στην Ιταλία από τις εκδόσεις «Voland» ενώ έχουν μεταφραστεί και στα γερμανικά από τις εκδόσεις «Suhrkamp Verlag» το 2009. Η συγγραφέας απέσπασε το λογοτεχνικό βραβείο «Francesco Alziator» για το συγκεκριμένο βιβλίο σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 30 Οκτωβρίου στο Κάλιαρι της Σαρδηνίας. Πρόκειται για διάκριση που αποδίδεται κάθε χρόνο σε ένα συγγραφέα μιας μεσογειακής χώρας στη μνήμη του Alziator Francesco, διανοούμενου, δοκιμιογράφου και συγγραφέα, ο οποίος πέθανε στην πρωτεύουσα της Σαρδηνίας το 1977.
Η Σώτη Τριανταφύλλου μας είχε μιλήσει εκτενώς για αυτό το θαυμάσιο βιβλιαράκι που τώρα ξεκινά καινούργια ζωή, σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στον Δημήτρη Καραθάνο τον Νοέμβριο του 2006, για το SOUL #10. Οι φωτογραφίες του θέματος μας παραχωρήθηκαν ευγενικά από το προσωπικό της αρχείο.
1996, Πορτ Άρθουρ, Τέξας. Γενέτειρα της Τζάνις Τζόπλιν
Αρχές ’90, Νέα Υόρκη. Ο Στούαρτ Μαλόουν, ιδιωτικός ντετέκτιβ που υποφέρει από αϋπνίες και μνήμες της γυναίκας που του ράγισε την καρδιά, βρίσκεται στο χνάρι του serial killer που τρομοκρατεί την Τσάινατάουν. Η Ντήνι Λαμούρ, βοηθός του Μαλόουν που βρίσκεται στον λάθος τόπο, με τον λάθος άντρα όταν καλείται να ερευνήσει μια υπόθεση εξαφάνισης στον ρατσιστικό, θρησκόληπτο νότο. Ακόμη: οι μειονότητες, οι άστεγοι, τα φρικιά, τα κινέζικα μαντζούνια και τα γκραφίτι του υπογείου, η Νέα Υόρκη σαν ημερολόγιο της Σώτης Τριανταφύλλου και όλα όσα κάνουν τη λογοτεχνία της πολυγραφότατης συγγραφέως εθιστική. Ξεκοκκάλισέ το, εκτίμησέ το, πρότεινέ το, χάρισέ το σε όποιον αγαπάς.
Πώς σου ήρθε η ιδέα να γράψεις αστυνομικό μυθιστόρημα;
Τα «Κινέζικα κουτιά» δεν είναι αστυνομικό μυθιστόρημα. Όποιος περιμένει να διαβάσει αστυνομικό, θα απογοητευτεί και θα τα βάλει μαζί μου. Θέλω να πω ότι δεν πρόκειται για αστυνομική πλοκή, για ένα αίνιγμα που λύνεται, για αυτό που λένε «who dunnit» όπου στο τέλος βρίσκουμε τον ένοχο και τον μπουζουριάζουμε... Τα «Κινέζικα κουτιά», αν πρέπει να αναζητηθεί λογοτεχνικό είδος για να τα κατατάξουμε, είναι νουάρ. Όρος ε; Κάπως στομφώδης...
Είχες στο νου σου κάποιους συγκεκριμένους συγγραφείς του νουάρ; Μου φαίνεται πως το είδος τελικά υπάκουσε στο δικό σου συγγραφικό στιλ, παρά εσύ σε αυτό.
Αυτό το βιβλιαράκι γραφόταν – σχεδόν από μόνο του – επί δέκα χρόνια περίπου. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια συνέβησαν πολλά – ταξίδεψα, αρρώστησα, έπαθα ατυχήματα, κινδύνεψα, σώθηκα – και επηρεάστηκα από άγνωστες πηγές. Το 2004 έμεινα πέντε μήνες στη Νέα Υόρκη για να το ολοκληρώσω: τελικά, βρέθηκα να γράφω το αφήγημα «Η φυγή» η δράση του οποίου τοποθετείται στη Φωκίδα της δεκαετίας του ’50... Βγάλε άκρη...Προφανώς για να γράφω για την ελληνική επαρχία πρέπει να με ξαποστέλνετε στην άλλη άκρη του πλανήτη...Τελικά, τα «Κινέζικα κουτιά» τελείωσαν στο Παρίσι, όπου η ζωή μου έμοιαζε με νουάρ, ήταν δηλαδή κάπως μαύρη...Οι επιρροές – λογοτεχνικές και μη – υπερφαλαγγίζονται πάντα από το πώς αισθάνομαι, το πώς κυλάει ο χρόνος μέσα μου. Κι από το χρώμα που έχει... Paint it black…
Ο Στούαρτ Μαλόουν είναι πολύ ευαίσθητος για ντετέκτιβ! Σαν Φίλιπ Μάρλοου που σκέφτεται φωναχτά.
Ο Μαλόουν είμαι εγώ, άρα, είναι μάλλον υπερβολικά ευαίσθητος για ντετέκτιβ! Και υπερβολικά ευαίσθητος σκέτο! Άυπνος άνθρωπος μέσα στην πόλη. Μόνος και πλάνητας. Όπως και η Ντήνι είμαι εγώ... Ακούγομαι εγωμανής, ε; Κι όμως, δεν είμαι καθόλου! Τα «Κινέζικα κουτιά» στρέφονται γύρω από τέσσερις ή πέντε κύριους χαρακτήρες. Η Ντήνι το πάει φιρί-φιρί: flirting with disaster. Είναι θαρραλέα και παιδιάστικη μαζί. Κι ο Μαλόουν παρατηρεί τον κόσμο, το βλέμμα του διαπερνάει την πραγματικότητα. Είναι σκληρός αλλά απροστάτευτος.
Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του, ο Πέτρος Μάρκαρης υποστήριξε ότι «το αστυνομικό είναι το συνεπέστερο κοινωνικό μυθιστόρημα σήμερα». Τι λες εσύ;
Νομίζω ότι έχει δίκιο, αν και δεν το σκέφτηκα ποτέ μ’ αυτούς τους όρους. Το film noir ήταν – και, κατά κάποιον τρόπο, είναι ακόμη – το συνεπέστερο κοινωνικό κινηματογραφικό είδος. Περιέγραφε τη «λάθος» μεριά της πόλης, τον υπόκοσμο, το έγκλημα, ό,τι κρύβεται πίσω από τη βιτρίνα και κάτω από τη στιλπνή επιφάνεια του δυτικού πολιτισμού.
Σκέφτομαι ότι σε ένα μεγάλο ποσοστό, η υπόθεση του βιβλίου ήταν μονάχα η πρόφαση για να περιγράψεις τη δική σου Νέα Υόρκη.
Οπωσδήποτε. Στα «Κινέζικα κουτιά» παρουσιάζεται μια πόλη χαμένη που έχει χειρουργηθεί και αναβαθμιστεί. Το 1989, όταν εργαζόμουν σε ένα σχολείο στο Μπρονξ, κοντά στον σταθμό του μετρό όπου συμβαίνει αυτό που συμβαίνει στην Ντήνι, η περιοχή έμοιαζε με τα περίχωρα της Βηρυτού. Έχω δει και ζήσει τη Νέα Υόρκη σε διαφορετικές φάσεις της ταλαιπωρημένης της ζωής: ο Μαλόουν, όπως κι εγώ, ακολουθούμε τις εποχές του χρόνου και τις διαθέσεις της πόλης. Αμφότεροι αποφεύγουμε τη γκλαμουριά που έχει εξαπλωθεί σαν επιδημία. Το βιβλίο κλείνει – σχεδόν – με ένα σύνθημα-γραφίτι: Kill a Yuppie! Θα πρόσθετα: Μη γίνεις ποτέ γιάπι, μείνε γίπι! Αλλά βέβαια, ποιος μ’ακούει...
Τα πράγματα παίρνουν επικίνδυνη τροπή όταν η Ντήνι, βοηθός του Μαλόουν, πηγαίνει στην Όμαχα της Νεμπράσκα, για να ερευνήσει μια εξαφάνιση. Πόση προσωπική εμπλοκή είχες η ίδια σε αυτό το επεισόδιο; Ταξίδεψες μόνη σου εκεί πέρα; Ένιωσες φόβο; Συνάντησες στ’ αλήθεια συνθήματα τύπου: «Καλέστε 1-800-ΕΚΔΙΚΗΣΗ»;
Το καλοκαίρι του 2003 μού καρφώθηκε η ιδέα να κάνω ένα ρεπορτάζ για τις εξτρεμιστικές οργανώσεις της αμερικανικής ενδοχώρας. Ταξίδεψα στο Τεννεσσή, το Μισσισσίπι και έφτασα ώς τη Νεμπράσκα. Επιστρέφοντας στην Αθήνα είχα φρικάρει τόσο που δεν ήθελα να γράψω για κάτι τόσο αποκρουστικό. Τελικά, έγραψα μερικά άρθρα από δω κι από κει, ενώ λίγα από αυτά που είδα και άκουσα μπήκαν μοναχά τους στα «Κινέζικα κουτιά». Οι συγγραφείς δεν μπορούν να ξεφύγουν από τον εαυτό τους. Κατά συνέπεια, ο εαυτός τους πρέπει να ζει, να ζει: κάτι πρέπει να κάνει, να αισθάνεται, να ακούει...τα όριά μας υπάρχουν – αν υπάρχουν – για να τα τεντώνουμε, να τα ξεπερνάμε...
Κατά τη γνώμη σου υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στη δική μας και την αμερικάνικη θρησκόληπτη ακροδεξιά;
Οι Αμερικανοί είναι πιο οργανωμένοι και αδίστακτοι. Επίσης, λόγω του συντάγματός τους έχουν εύκολη πρόσβαση στα όπλα. Η αμερικανική θρησκόληπτη ακροδεξιά είναι οπλισμένη, μιλιταριστική. Αυτό και μόνον αποτελεί μεγάλη διαφορά. Κατά τα άλλα, όλοι οι φονταμενταλιστές είναι άρρωστοι. Μερικοί είναι τόσο άρρωστοι που γίνονται εξαιρετικά επικίνδυνοι για τον πλησίον τους. Γι’ αυτό, ξυπνήστε, πολίτες! Οι τρελοί του θεού δεν είναι καρτούν: they live.
Τι έρεισμα μπορεί να έχει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ένα βιβλίο τοποθετημένο στην Αμερική, όταν το μεγαλύτερο κομμάτι της εγχώριας παραγωγής κινείται θεματολογικά γύρω από χαμένες πατρίδες, τη νοσταλγία της υπαίθρου και την ενηλικίωση της γενιάς του Πολυτεχνείου;
Δεν έχω ιδέα. Μπορεί το βιβλίο να μην αφορά κανέναν. Δεν το έγραψα με στόχο να πουληθούν αντίτυπα. Το έγραψα επειδή ήθελα να το γράψω. Από γλωσσική άποψη νομίζω ότι παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον: εννοώ ότι, ακόμα κι αν το θέμα ή τα θέματα αφήνουν αδιάφορο το ελληνικό κοινό, ίσως η ατμόσφαιρα και ο τρόπος γραφής να κερδίσουν μερικούς αναγνώστες. Πάντως, το έχω ξαναπεί, να μην επαναλαμβάνομαι...Όσο γράφω, θα γράφω για όσα συγκινούν εμένα...ο κάθε συγγραφέας έχει τον δικό του ορίζοντα. Επίσης, δεν έχουμε όλοι τις ίδιες δυνατότητες...μερικοί έχουν περισσότερες από άλλους...επίσης, δεν έχουμε όλοι τις ίδιες φιλοδοξίες, ιδέες, εμπνεύσεις...
Στην πραγματικότητα, 65% των Ελλήνων δεν άνοιξαν ούτε ένα βιβλίο το 2004. Τι πράγματα είναι αυτά;
Ποιο ποσοστό είδαν ή άγγιξαν κάτι ωραίο; Ποιο ποσοστό αισθάνθηκαν κάτι ωραίο; Λιγότερο από 35%...Γενικά, πόσοι άνθρωποι χαίρονται τη ζωή που ζουν; Ο Κερτ Βόννεγκατ υπολογίζει το ποσοστό γύρω στο 17%... I rest my case...
Μια και ο Μαλόουν εμπιστεύεται την αστρολογία, ποιο είναι το δικό σου ζώδιο στο κινέζικο ωροσκόπιο;
Κόκορας! Με συμπληρωματικό στοιχείο τη φωτιά! Βγάλε μόνος σου συμπεράσματα... Υπάρχει πρόβλημα, ε; Το ξέρω...
Αναλυτική βιβλιογραφία της Σώτης Τριανταφύλλου εδώ
Από τις εκδόσεις ATHENSVOICE BOOKS κυκλοφορεί το τελευταίο της βιβλίο, «Η φοβερή τροπή των πραγμάτων», καθώς και τα βιβλία «Ιστορίες του Σώματος» και «Ιστορίες απόγνωσης».
1994, Πανεπιστήμιο Νέας Υόρκης
1989, Τσάιναταουν, Νέα Υόρκη