Το “Avatar” είναι σινεμά με κεφαλαίο σίγμα (αλλά κι όλα τα υπόλοιπα γράμματα)
Είναι τόσα πολλά τα όσα θα έχετε ακούσει ή διαβάσει για το “Avatar”, που είναι δύσκολο να μην έχετε σχηματίσει άποψη πριν ακόμη το δείτε. Ο Κάμερον έχει δηλώσει ότι έπρεπε να εφεύρει από την αρχή την τεχνολογία που θα του επέτρεπε να κινηματογραφήσει την ταινία όπως θα ήθελε, κι ακόμη κι αν μια τέτοια δήλωση ακούγεται υπερβολική, η αλήθεια της είναι εμφανής σε κάθε καρέ στην κινηματογραφική οθόνη. Δεν είναι μόνο ότι ο δημιουργός της (διότι αυτή είναι η μόνη λέξη που ταιριάζει να χρησιμοποιήσεις) πλάθει έναν κόσμο γεμάτο θαύματα από το πουθενά (ή έστω από χιλιάδες πηγές και με αμέτρητες αναφορές, γεννώντας όμως κάτι καινούργιο μέσα από αυτές), αλλά, κυρίως, ότι για μία ακόμη φορά υποτάσσει την τεχνολογία στο όραμά του με τρόπο που μόνο ο ίδιος κατέχει. Όταν μια ταινία διαδραματίζεται στο μέλλον, σε μακρινό πλανήτη που θυμίζει τριπαρισμένο δάσος του Αμαζονίου και στο οποίο κατοικούν μπλε πλάσματα με ουρά και μεγάλα αυτιά, είναι φυσικό να έχεις αμφιβολίες για το πόσο μπορείς να την πάρεις στα σοβαρά.
Ο Κάμερον ήταν σίγουρος πως αφού το φιλμ ξεκινήσει, οι θεατές θα ξεχάσουν κάθε προκατασκευασμένη ιδέα, θα παραβλέψουν το χρώμα και τη μορφή των πρωταγωνιστών του, θα βυθιστούν στην ιστορία. Έχει απόλυτο δίκιο και χρειάζονται λιγότερα από δέκα λεπτά για να ανακαλύψεις πως κάθε δεύτερη σκέψη εξαφανίζεται μπροστά σε ένα φιλμ που δεν σου αφήνει κανένα άλλο περιθώριο από το να το θαυμάσεις. Κι αν η ιστορία ενός πρώην πεζοναύτη που παίρνει το σώμα ενός εξωγήινου του πλανήτη Πανδώρα για να συλλέξει πληροφορίες και να πείσει τους ντόπιους να συνεργαστούν στην εξόρυξη ενός πολύτιμου υλικού, αλλά στην πορεία ερωτεύεται τον κόσμο και τους κατοίκους –ειδικά μία από αυτούς– και τους βοηθά να αντισταθούν, δεν είναι η πιο πρωτότυπη που έχετε ακούσει, ο τρόπος που την αφηγείται ο Κάμερον είναι απλά συναρπαστικός. Όχι μόνο μέσα από το σενάριο, που μπλέκει μια λιγάκι απλοϊκή αλλά πετυχημένη ιστορία αυτογνωσίας και οικολογικής συνειδητοποίησης με το θέαμα μιας εντυπωσιακής περιπέτειας, αλλά ουσιαστικά μέσα από τις πρωτόγνωρες εικόνες της.
Η τρισδιάστατη τεχνολογία για πρώτη φορά δεν αποτελεί εδώ το θέμα της ταινίας ή ένα ακόμη «ειδικό εφέ», αλλά λειτουργεί ουσιαστικά προσδίδοντας βάθος, κι ακόμη κι αν σε κάνει να απολαμβάνεις το φιλμ πιο έντονα, περνά σε δεύτερο πλάνο, σε κάνει να ξεχνάς ότι φοράς 3D γυαλιά. Το ίδιο ισχύει και για τους πρωταγωνιστές του, που αποτελούν στην ουσία και το μεγαλύτερο στοίχημα του φιλμ, και οι οποίοι είναι πιο αληθοφανείς απ’ οποιονδήποτε ψηφιακό ηθοποιό έχετε δει μέχρι τώρα, κάνοντας την τεχνολογία του motion capture ταινιών όπως το “Beowulf” να μοιάζει όχι απλά ξεπερασμένη, αλλά αληθινά προϊστορική.
Με δυο λόγια, το “Avatar” δεν έχει μόνο όλο το θέαμα που απαιτεί το μέγεθός του, αλλά δεν ξεχνά και την ψυχή του, βάζει τα γυαλιά (τρισδιάστατα κιόλας) σε όλους όσοι θεωρούν ότι κινηματογραφική απόλαυση σημαίνει κάνω χαβαλέ καταστρέφοντας τον πλανήτη στο «2012» και δείχνει πώς ακριβώς μπορείς να είσαι πρωτοπόρος δίχως να είσαι εξυπνάκιας και τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για τη «μαγεία του σινεμά». Στα χέρια του Κάμερον δείχνει για μία ακόμη φορά να βρίσκει το αληθινό της νόημα...
Avatar Extras
● Η ιστορία του “Avatar” ξεκινά στα 1994, όταν ο Τζέιμς Κάμερον γράφει την πρώτη εκδοχή του σεναρίου του βασισμένος, όπως λέει, «σε κάθε βιβλίο επιστημονικής φαντασίας που είχα διαβάσει παιδί».
● Η πρώτη επίσημη ανακοίνωση για την ταινία γίνεται τον Αύγουστο του 1996, πριν ακόμη ολοκληρωθεί ο «Τιτανικός». Θα είχε ένα μπάτζετ 100 εκατομμυρίων και θα ξεκινούσε το καλοκαίρι του ’97 για να βγει στις αίθουσες το ’99, όμως η επιτυχία του «Τιτανικού» αλλά και η τεχνολογία της εποχής θα άλλαζαν δραστικά τα σχέδιά του.
● Το 2006, μετά από χρόνια έρευνας τεχνολογικών πειραματισμών και δοκιμών που στοίχισαν κοντά στα 15 εκατομμύρια δολάρια, ο Κάμερον είχε επιτέλους διαθέσιμη την τεχνολογία που θα του επέτρεπε όχι μόνο να κινηματογραφήσει φωτορεαλιστικές απεικονίσεις των ηθοποιών του σε έναν ψηφιακό κόσμο, αλλά και να τους κινηματογραφεί, βλέποντας την ίδια στιγμή κάτι που βρισκόταν πολύ κοντά στην τελική εικόνα της ταινίας.
● Οι δύο πρωταγωνιστές του φιλμ, ο Σαμ Γουόρθινγκτον και η Ζόε Σαλντάνα, ήταν σχεδόν άγνωστοι όταν ο Κάμερον τους έδωσε τους ρόλους. Εντωμεταξύ, από τη στιγμή που τελείωσαν τη δουλειά τους στο “Avatar, γύρισαν και είδαν να γίνονται επιτυχίες το «Εξολοθρευτής, η σωτηρία» και το “Star Trek” αντίστοιχα.
● «Οι ηθοποιοί με ρωτούν αν προσπαθούμε να τους αντικαταστήσουμε» λέει ο Κάμερον. «Αντιθέτως, προσπαθούμε να τους δώσουμε νέες μεθόδους να εκφράζονται χωρίς κανέναν περιορισμό. Αυτό που προσπαθούμε να αντικαταστήσουμε είναι τις πέντε ώρες στην καρέκλα του μακιγιάζ. Τώρα μπορείς να είσαι όποιος και ό,τι θέλεις, σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμα και διαφορετικού φύλου, χωρίς τη χρονοβόρα διαδικασία του πολύπλοκου μακιγιάζ».
● Το συνολικό μπάτζετ των γυρισμάτων και του post production του φιλμ ξεπέρασε τα 230 εκατομμύρια, ενώ μαζί με τα κόστη του publicity το ποσό αγγίζει σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες το αστρονομικό νούμερο των 500 εκατομμυρίων.
● Ακόμη κι έτσι, πριν η ταινία βγει στις αίθουσες, ο Κάμερον και η 20th Century Fox συζητούν ήδη για δύο sequel. Όπως είπε ο ίδιος ο Κάμερον, «ξοδέψαμε τόσα χρήματα για να φέρουμε την τεχνολογία ως εδώ, που θα ήταν κρίμα να μην την εκμεταλλευτούμε. Κι αν υπάρχει κάτι που οι θεατές θα κριτικάρουν στο φιλμ, τότε πιθανότατα αυτό θα είναι η μάλλον αδύναμη, κλισέ ιστορία, οπότε θα είναι καλό να έχουμε την ευκαιρία να δουλέψουμε πάνω στο στόρι στις συνέχειες του φιλμ».
INFO
Θεαματική 3D περιπέτεια που φιλοδοξεί ν' αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε σινεμά.
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζέιμς Κάμερον
- ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Σαμ Γουόρθινγκτον, Σιγκούρνι Γουίβερ, Μισέλ Ροντρίγκεζ, Τζιοβάνι Ριμπίζι
- χρονολογια: