Αρχειο

Το Μουσείο Μπενάκη απαντάει στις κατηγορίες

«Το Μουσείο δεν πριμοδοτείται σκανδαλωδώς»

A.V. Team
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Αιμιλία Γερουλάνου, Πρόεδρος της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, απαντάει στις συκοφαντίες που έχουν βγει κατά καιρούς σε μερίδα του Τύπου για τη χρηματοδότηση του Μουσείου Μπενάκη (μεταξύ άλλων και για τα υποτιθέμενα τρεισήμισι εκατομμύρια Ευρώ που έλαβε το Μουσείο ως συντονιστής έκθεσης του Υπουργείου Πολιτισμού & Τουρισμού στις ΗΠΑ) και ανακοινώνει καμπάνια στήριξης του Μουσείου.

«Οφείλω να σας ομολογήσω ότι μου είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο να υποστηρίζω τα προφανή από θέση άμυνας, ιδιαίτερα όταν αυτό απαιτεί στοιχεία περιαυτολογίας και επισήμανση της προσφοράς των προγόνων μου. Να πρέπει να πείσω δηλαδή, ότι δεν είμαστε "απατεώνες" και ότι το Μουσείο Μπενάκη, από την ίδρυσή του έχει προσφέρει στον τόπο όσο ελάχιστα Πολιτιστικά Ιδρύματα.

Το επέβαλαν όμως συκοφαντικές αναφορές σε μερίδα του τύπου, και η επακόλουθη αναμετάδοσή τους στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media), που συνέτειναν στο να αμφισβητηθεί για πρώτη φορά το Μουσείο και η προσφορά του.

Είναι αλήθεια περίεργο και πολύ θλιβερό αλλά και πολύ σκληρό για όλους μας, πως μετά από τόσα χρόνια άριστης σχέσης και ένθερμης αναγνώρισης, φτάσαμε σήμερα να αναφέρεται, έστω και περιπτωσιακά, το Μουσείο Μπενάκη ως "το Μουσείο της μαμάς του υπουργού" το οποίο, δήθεν, πριμοδοτείται σκανδαλωδώς. Το Μουσείο Μπενάκη όμως, είναι και νόμιμο και ηθικό.

Και θέλω, ακριβώς εδώ, εκ μέρους όλης της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, καθώς και του Διευθυντή του κ. Άγγελου Δεληβορριά, να ευχαριστήσω θερμά, με όλη μου την καρδιά, όλους εσάς που έχετε αναγνωρίσει και υποστηρίξει το Μουσείο και το έργο του, προβάλλοντας τις δραστηριότητές του.

Το Μουσείο ιδρύθηκε από τον Αντώνη Μπενάκη, ο οποίος δώρισε στο κράτος τις συλλογές του και μαζί με τα αδέλφια του, το σπίτι στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα. Η πράξη δωρεάς κυρώθηκε από τη Βουλή, επί πρωθυπουργίας Ελευθερίου Βενιζέλου, με νόμο το 1930. Αυτό σημαίνει ότι ανήκει στο Ελληνικό δημόσιο όσο και τα κρατικά μουσεία.

Ο νόμος επιβάλλει να συμμετέχουν στην άμισθη εξαμελή Διοικητική του Επιτροπή δύο μέλη της οικογένειας καθώς και ένας εκπρόσωπος της πολιτείας. Όταν τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής χρειάστηκε να αυξηθούν σταδιακά στα 10, τα μέλη της οικογένειας αυξήθηκαν αναλογικά σε 3. Το έτος 2000 διαδέχτηκα στην Διοικητική Επιτροπή του Μουσείου την μητέρα μου Ειρήνη Καλλιγά, κόρη του Αντώνη Μπενάκη, και το 2005 εκλέχτηκα Πρόεδρος. Από την ίδρυσή του ως σήμερα η οικογένεια έχει συμπαρασταθεί και στηρίξει το Μουσείο με πολλούς τρόπους, δωρεές και εθελοντική προσφορά αλλά και με μεγάλα κληροδοτήματα όπως το κτήμα 1700 στρεμμάτων του Κωνσταντίνου Μπενάκη στο Σχινιά ή την οικία Δέλτα στην Κηφισιά.

Όλοι γνωρίζουν και αναγνωρίζουν το όραμα, την επαγγελματικότητα και τη δημιουργικότητα του Άγγελου Δεληβορριά που με τη στήριξη της Διοικητικής Επιτροπής μετουσίωσε το Μουσείο Μπενάκη σε έναν σύγχρονο, διεθνών προδιαγραφών, Μουσειακό Οργανισμό.

Θα ήθελα να αναφέρω την ανάπτυξη των ελληνικών συλλογών στο ανακαινισμένο κτήριο της οδού Κουμπάρη, τη δημιουργία του Νέου Μουσείου στην οδό Πειραιώς, του Ισλαμικού Μουσείου, την μετεγκατάσταση των Ιστορικών Αρχείων στην οικία Δέλτα, το Φωτογραφικό Αρχείο, τα Αρχιτεκτονικά Αρχεία, το Εργαστήριο Συντήρησης, το Τμήμα Τεκμηρίωσης, το Μουσείο Γιάννη Παππά, δωρεά του ίδιου και του γιου του Αλέκου, την Πινακοθήκη Χατζηκυριάκου–Γκίκα που εγκαινιάζεται σύντομα και δωρίθηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη, την ανάπτυξη των επιστημονικών τμημάτων του Μουσείου, καθώς και το πρώτο στην Ελλάδα τμήμα εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Θέλω επίσης να αναφέρω ότι στη διάρκεια αυτής της πορείας, το Μουσείο Μπενάκη αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, βραβεύτηκε μάλιστα επανειλημμένα όχι μόνο για τα αποτελέσματα των δράσεων αλλά και για την χρηστή διαχείριση των κονδυλίων.

Ας περάσουμε τώρα στην περιβόητη έκθεση της Αμερικής για την οποία υποτίθεται ότι το Μουσείο έλαβε τρεισήμισι εκατομμύρια Ευρώ.

Το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού την προγραμμάτισε ειδικά για να προβληθεί η ελληνικότητα του Βυζαντίου στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η επιστημονική επιτροπή προετοιμασίας, που λειτουργεί υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματέως Λίνας Μενδώνη, απαρτίζεται από την Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς Μαρία Βλαζάκη, τις Διευθύντριες Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ευγενία Γερούση, του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Ευγενία Χαλκιά, του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη Σουζάνα Χούλια-Καπελώνη, τη Διευθύντρια Μουσείων και Εκθέσεων Μαρία Λαγογιάννη, τις τέως Διευθύντριες Αναστασία Τούρτα και Δήμητρα Μπακιρτζή, την αρχιτέκτονα της Διεύθυνσης Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων Ευγενία Αλμπάνη και τον Ομότιμο Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικόλαο Ζία.

Από το Μουσείο Μπενάκη συμμετέχουν ο Διευθυντής του Άγγελος Δεληβορριάς, η υπεύθυνη της Βυζαντινής συλλογής Αναστασία Δρανδάκη και εγώ με τη διπλή μου ιδιότητα ως Βυζαντινολόγου και Προέδρου του Μουσείου.Στο Μουσείο Μπενάκη ανατέθηκε ο συντονισμός των ενεργειών για την πραγματοποίηση της έκθεσης λόγω της μεγάλης του εμπειρίας σε ανάλογες διοργανώσεις του εξωτερικού, όπως η έκθεση Gold of Greece που περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και στην Ευρώπη, τη μεγάλη έκθεση Byzantium της Royal Academy στο Λονδίνο, και τόσες άλλες. Θέλω εδώ να αναφέρω ειδικά την έκθεση "Ελλάδα και Θάλασσα", που παρουσιάστηκε στον Πειραιά και στο Αμστερνταμ, την οποία είχε επίσης αναθέσει εξ ολοκλήρου στο Μουσείο Μπενάκη και προσωπικά στον Αγγελο Δεληβορριά η Μελίνα Μερκούρη.

Το απαραίτητο ποσό για την έκθεση στην Αμερική, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι θα συγκεντρωθεί από χορηγίες Ελλήνων, όπως συνέβη με τις δύο εκθέσεις του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, αλλά και με την έκθεση Byzantium που διοργάνωσε το Μουσείο Μπενάκη στο Λονδίνο. Ωστόσο, για να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, χρειάστηκε να δοθούν χρηματικές εγγυήσεις τις οποίες ανέλαβε το ΥΠΠΟΤ.

Και θέλω μάλιστα να τονίσω εδώ, ότι για την έκθεση αυτή το Μουσείο Μπενάκη δεν έλαβε, και δεν πρόκειται να λάβει ούτε ένα ευρώ.

Και τώρα λίγα λόγια για τη λειτουργία και τη σημερινή πραγματικότητα του Μουσείου:

Από το 1947 το Ελληνικό Δημόσιο, αναγνωρίζοντας την προσφορά του Μουσείου Μπενάκη, ανέλαβε την καταβολή του συνόλου της μισθοδοσίας και των δαπανών λειτουργίας του. Έκτοτε ισχύει η επιδότηση του Μουσείου από τον κρατικό προϋπολογισμό, αν και ουδέποτε κάλυψε περισσότερο από το 20% των δαπανών αυτών. Χορηγίες, έσοδα από ακίνητα, τα πωλητήριο και τα εισιτήρια, συμπλήρωναν τα κονδύλια για την ομαλή του λειτουργία.

Το αίτημα για την αύξηση της κρατικής επιχορήγησης υποβάλλεται κάθε χρόνο, από το 1975, σε όλους ανεξαιρέτως τους εκάστοτε Πρωθυπουργούς, Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, με συνεχείς γραπτές και προφορικές εισηγήσεις.

Με μια μεγάλη ακίνητη περιουσία στην κατοχή του, είναι σαφές ότι από την αξιοποίησή της το Μουσείο θα είχε τη δυνατότητα να εξασφαλίσει την λειτουργία του στο διηνεκές. Ωστόσο, οι 12ετείς δικαστικές διαδικασίες για την κατοχύρωση της κυριότητας ενός μεγάλου μέρους της, και μολονότι όλες οι δίκες κερδήθηκαν, έχουν φέρει – προσωρινά ελπίζω - το Μουσείο σε μια πολύ σοβαρή οικονομική δυσπραγία.

Σε αυτό, προστίθενται αυτονόητα και οι δυσκολίες που επέφερε η οικονομική κρίση. Οι πρόσφατες δηλαδή μειώσεις της κρατικής επιχορήγησης κατά περίπου 60% αλλά και η ελαχιστοποίηση των χορηγικών ενισχύσεων.

Αυτοί ήταν οι λόγοι που ανάγκασαν το Μουσείο Μπενάκη να περικόψει δραματικά τις δαπάνες της λειτουργίας και της δραστηριότητάς του, να μειώσει, ήδη από πέρυσι, οριζοντίως κατά 20% τις απολαβές του προσωπικού του και, δυστυχώς, να προχωρήσει σε απολύσεις εργαζομένων.

Το Μουσείο Μπενάκη πρέπει, όμως, να αντέξει. Η συνέχιση του έργου του προϋποθέτει τη δυνατότητα κάλυψης του μεγαλύτερου μέρους των δαπανών του με δικούς του πλέον πόρους, κάτι καθόλου εύκολο αυτόν τον καιρό.

Απευθυνόμενοι σε όσους χρόνια τώρα αναγνωρίζουν και απολαμβάνουν την προσφορά του Μουσείου, ξεκινάμε μια μεγάλη, συντονισμένη προσπάθεια, μια καμπάνια με στόχο την εξασφάλιση πρόσθετων πόρων.

Θα σας παρακαλούσα ειλικρινά, όλους εσάς, που πιστεύετε στην αξία του Μουσείου Μπενάκη, να γίνετε οι πρώτοι, δυναμικοί αγγελιοφόροι του προγράμματος για τη στήριξή του.

Το Πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνει:

• Τη συγκρότηση μιας ομάδας από Μέλη παρέχοντας σε φυσικά πρόσωπα τη δυνατότητα να επιλέγουν, ανάμεσα σε 14 κατηγορίες με ποικίλα προνόμια, τον τρόπο της άμεσης συμβολής τους στο έργο του Μουσείου

• Τέσσερις κατηγορίες Εταιρικών Μελών με προνόμια προσαρμοσμένα στις ανάγκες των επιχειρήσεων ή οργανισμών και του ανθρώπινου δυναμικού τους

• Τον θεσμό των Χορηγιών, εμπλουτισμένο εντυπωσιακά με νέα, και ενδιαφέροντα ανταποδοτικά οφέλη

• Δωρεές online, μέσω του διαδικτυακού τόπου του Μουσείου

• Ειδικές υποδοχές για επι τόπου δωρεές στις εισόδους των Μουσειακών παραρτημάτων, σχεδιασμένες από φοιτητές design

Το Μουσείο έχει τώρα ανάγκη από συμπαράσταση, περισσότερο από ποτέ άλλοτε. Γι αυτό και καλούμε τους ανθρώπους που τόσα χρόνια παρακολουθούν την πορεία του να γίνουν τα πρώτα, ιδρυτικά μέλη, συνθέτοντας μια δυναμική μουσειακή οικογένεια και φέρνοντας μαζί τους πολλούς άλλους ακόμα. Το αίτημα είναι επιτακτικό.

Είμαστε βέβαιοι πως με μια γενικότερη στήριξη θα μπορέσουμε να τα καταφέρουμε! Ότι το Μουσείο θα συνεχίσει το δρόμο του με το κεφάλι ψηλά, θα εκπληρώνει τους στόχους του ελπίζοντας ότι στον τόπο μας θα έρθουν καλύτερες μέρες».