Γιάcheck Point Charlie
Ο Παναθηναϊκός εγκλωβισμένος για άλλη μια φορά στο σιδηρούν παραπέτασμα της εσωστρέφειάς του, ή ένας σύλλογος σε τροχιά «επιστροφής από το κρύο»;
Ο Παναθηναϊκός εγκλωβισμένος για άλλη μια φορά στο σιδηρούν παραπέτασμα της εσωστρέφειάς του, ή ένας σύλλογος σε τροχιά «επιστροφής από το κρύο»; Ασφαλώς το ερώτημα είναι ρητορικό. Ο Παναθηναΐκός και οι παναθηναϊκοί ήταν και θα είναι πάντοτε κυκλοθυμικοί, αυτοαμφισβητούμενοι, γκρινιάρηδες, κρεβατομουρμούρηδες. Είναι ίδιον της ιδιοσυγκρασίας τους, περισσότερο και από όσο η υποτιθέμενη συγκρότησή τους από την αθηναϊκή αστική τάξη. Άτομο του κύκλου μου, για παράδειγμα, υποδέχτηκε την είδηση της νίκης επί του Ολυμπιακού περίλυπος, διότι «τώρα δεν θα στείλουν τον μυρωδιά, ρε γαμώτο!». Μπορεί, λοιπόν, ο «μυρωδιάς» να κρατήθηκε στη ζωή για λίγο ακόμα, όμως η τύχη του είχε κριθεί είκοσι μέρες νωρίτερα, και πιο συγκεκριμένα έπειτα από τα δάκρυα της συνέντευξης Τύπου και την ανακληθείσα παραίτηση έπειτα από το ματς με τον Εργοτέλη.
Σε έναν κόσμο αυστηρών κωδίκων, όπως είναι το ποδόσφαιρο, με παίκτες που ζουν στην κατασκήνωση από την εφηβεία τους και οπαδούς που γυρεύουν να διατρανώσουν όλο το σθένος που λείπει από την καθημερινή ζωή τους, η παραμικρή έλλειψη πυγμής δεν συγχωρείται. Εδώ δεν διασώθηκε ο Μαλεζάνι, έπειτα από τα αλησμόνητα «cazzo» με τον Ηρακλή, που τουλάχιστον βγήκε και τα έχωσε «αντρίκεια», θα ξέφευγε ο νεαρός, διαλλακτικός Νιόπλιας έπειτα από ένα τέτοιο ξέσπασμα ευαισθησίας; Αν ρωτάτε εμένα, βέβαια, εγώ μαζί του είμαι. Ο Νιόπλιας κατέκτησε νταμπλ. Νίκησε τον Ολυμπιακό. Υπήρξε αρχιτέκτονας του διπλού θριάμβου επί της Ρόμα. Και ενώ το καλοκαίρι ζήτησε δύο απλά πράγματα, δηλαδή στόπερ ικανό να σεντράρει και επιθετικό box to box, δεν του δόθηκε τίποτα. Μα τώρα πλέον, όλα αυτά είναι μια άλλη ιστορία.
Ενόσω λοιπόν οι Αντωνίου - Φρέιτας αναζητούν τον επόμενο παιδονόμο, κάνω τη γύρα μου στα οπαδικά σάιτ. Τα οποία, παραδόξως, δεν υποδέχονται καθόλου άσχημα τον διορισμό του Γιάτσεκ Γκμοχ, του θρυλικού «σαγόνια». «Μεγάλη ψυχή, μεγάλος άνθρωπος με προσωπικότητα, μαχητής όπως ο Σισέ και μεγάλος γνώστης του ποδοσφαίρου», γράφει ο ένας. «Πάτα τους όλους, ρε Γιάτσεκ! Όχι σαν τον άλλο, που χεζόταν επάνω του», υπερθεματίζει ο άλλος.
Και παρόλο που το δημοσιογραφικό σινάφι τον σνομπάρει, ο ισόβια πράσινος Γιάτσεκ δηλώνει πως δεν φοβάται την Μπάρτσα, ο πρόεδρος Πατέρας δηλώνει πως τον πιστεύει και θα τον στηρίξει, και μια διακριτική συσπείρωση διαπερνά τα πλήθη, που ανακαλούν μέρες ’83, ξεχνώντας συχνά πως ο Γκμοχ έχει να προπονήσει σύλλογο περίπου από τότε. Έτσι είναι όμως το οπαδιλίκι. Μια διαρκής ενατένιση της σφαίρας του ονείρου. Προς το παρόν, μόνο ο Τζιμπρίλ είναι αληθινός και φορμαρισμένος. Και ο Έκτορ Ραούλ Κούπερ, του Άρη, που είναι επιβλητικός, κοστίζει φτηνά και μένει εδώ παραδίπλα.