- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Από την Αθήνα στη Δυτική Μακεδονία, από τον άγριο κόσμο των media της Κηφισίας στις άγριες αρκούδες του Βιτσίου, από τη θέα στην Ακρόπολη στη θέα της λίμνης της Καστοριάς. Ο κάποτε διαφημιστής Κώστας Λάκης (aka KLAKIS για τον εικαστικό κόσμο) έγινε ξενοδόχος, και από τον παλιό του εαυτό κράτησε μόνο το ρομαντισμό, τη δημιουργία και τη ζωγραφική. Αυτές τις μέρες εκθέτει τη σειρά έργων με τίτλο «Το σόι μου» στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο της CHEAPART. Αυτοσυστήνεται.
Έχοντας τελειώσει τη Σ.Β.Ι.Ε (βοηθός φαρμακείου), έχοντας κάνει 4 χρόνια κλασικό μπαλέτο, και αποφοιτώντας από την ΑΤΕΣ ως γραφίστας, επέλεξα και κατέληξα να εργάζομαι στη διαφήμιση για 24 χρόνια. Πέρασα από αρκετές και μεγάλες διαφημιστικές εταιρίες (Adel Saatchi & Saatchi, Leo Burnett, McCann-Erickson Athens, Ammirati Puris Lintas, TBWA/Athens, Ashley & Holmes), και από τη θέση του creative director απόλαυσα τη μαγεία της διαφήμισης. Γεννήθηκα στον Πειραιά και έζησα 15 χρόνια στο κέντρο της Αθήνας, μιας πόλης που λάτρεψα και αγάπησα φανατικά. Το τελευταίο μου σπίτι ήταν στην οδό Στουρνάρη κοντά στο Πολυτεχνείο. Όλα αυτά τα χρόνια, ευτυχώς, δεν σταμάτησα να ζωγραφίζω. Έχω κάνει πολλές ατομικές εκθέσεις, έχω πάρει μέρος σε αρκετές ομαδικές. Κάποιες φορές έκανα σκηνικά για θεατρικές παραστάσεις και εικαστικές παρεμβάσεις σε events. Μια αγελάδα μου από το Cow Parade είχε στολίσει την πλατεία Κολωνακίου και πολλά όνειρά μου είχαν πάρει σάρκα και οστά στους αθηναϊκούς δρόμους.
Γενικά, απολάμβανα τη ζωή στην πόλη και λάτρευα τις πρωινές σαββατιάτικες βόλτες στα βιβλιοπωλεία, στα μουσεία και τις γκαλερί, έκανα μεγάλα ταξίδια στο εξωτερικό, ώσπου μια μέρα μια εκδρομή με έφερε στην Καστοριά. Απλά, τόσο απλά, την ερωτεύτηκα και αποφάσισα πως μπορεί να γίνει το δικό μου μεγάλο όνειρο. Είχα κάνει ένα ταξίδι στην Κολομβία και είχα ζήσει σε κάποιες χασιέντες (παλιά σπίτια που τα είχαν μετατρέψει σε μικρούς ξενώνες χωρίς περιττά και δήθεν στοιχεία). Μαγεύτηκα! Πάντα το σπίτι μου ήταν ανοιχτό σε φίλους και γνωστούς που φιλοξενούσα και φρόντιζα, έτσι η ιδέα να κάνω έναν μικρό ξενώνα ήρθε και έδεσε. Τα υπόλοιπα ήταν θέμα χρόνου, σκέψης και μιας μεγάλης απόφασης.
Αγόρασα 22 στρέμματα σε ένα χωριό έξω από την Καστοριά και άρχισα τα σχέδια για έναν μικρό ξενώνα εξοχής με το όνομα «Βυσσινόκηπος». Θα έμπαινα σε κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης και θα το ολοκλήρωνα σχετικά γρήγορα. Τέλειο σχέδιο-όνειρο! Πούλησα το σπίτι μου στην Αθήνα, συμφώνησα με τη διαφημιστική εταιρία που συνεργαζόμουν να μειωθεί η αμοιβή μου και να δουλεύω από την Καστοριά μέσω ίντερνετ, φόρτωσα όλα τα υπάρχοντα σε δύο φορτηγά και ανέβηκα μια υπέροχη ημέρα του Απριλίου χαιρετώντας φίλους, γνωστούς και συγγενείς. Με βλέπανε σαν τον τρελό που μάλλον δεν ήξερε τι έκανε και πολλοί περίμεναν να γυρίσω σύντομα στην Αθήνα.
Σιγά μη γυρνούσα! Είχα την αίσθηση πως ζούσα ένα παραμύθι! Η πόλη της Καστοριάς περιτριγυρισμένη από τη λίμνη, οι κύκνοι, οι πάπιες, οι υπέροχοι πελεκάνοι, το πράσινο που γέμιζε τα μάτια μου, και η Καστοριά μια πόλη «τόσο όσο» να με κάνει να νιώθω οικεία και άνετα. Έκανα φίλους πολύ γρήγορα, δούλευα στον υπολογιστή μου με θέα τη λίμνη και μετά έκανα βόλτες με το ποδήλατο. Ταυτόχρονα, ετοίμαζα τα σχέδια του ξενώνα, που όμως δεν πήγαν καλά. Η κρίση άρχισε να εμφανίζεται και η απόφασή μου να μην προχωρήσω σε ένα τόσο μεγάλο ρίσκο ως προς τη δανειοδότηση με οδήγησε να πω το στοπ στο τόσο μαγικό μου όνειρο.
Όμως, η ζωή έχει πλάκα… Ένας φίλος μού είπε πως νοικιάζουν έναν ξενώνα. Δυσανασχέτησα, αλλά πήγα να τον δω. Ένας εγκαταλελειμμένος ξενώνας, βρόμικος και αδιάφορος, μα το μυαλό μου τον στόλισε με χρώματα και ζωή, και ιδέες, και φαντασία. «Τον νοικιάζω», είπα, και έγινε δικός μου. Σε τέσσερις μήνες δεν είχε καμία σχέση με ό,τι είχα πρωτοδεί. Έγινε το σπίτι μου, είχε όλα τα πράγματά μου τοποθετημένα σε όλους τους ορόφους, τα βιβλία μου, τα μίκυ μάους μου. Τα κόμικς μου ήταν παντού, οι πίνακές μου στόλιζαν τη σκάλα, τους τοίχους, τα δωμάτια, τα έπιπλά μου μου θύμιζαν τα παλιά μου σπίτια και τη νέα μαγική ζωή μου. Τώρα πια δεν θα είχα δικά μου πράγματα, όλα θα ήταν ολωνών.
Έχω την αίσθηση πως τίποτα δεν έχει αλλάξει στην αισθητική του σπιτιού μου, συνεχίζω να ζω με την ίδια τάξη - αταξία, με τις ίδιες απόψεις και αρχές. Στο ισόγειο του ξενώνα δεν υπάρχει τηλεόραση, ακούγεται πάντα μουσική, που, για κάποιον μυστήριο, λόγο ό,τι κομμάτι και να παίζει ταιριάζει στον χώρο, εγώ συνεχίζω να μην έχω τηλεόραση ούτε στο δωμάτιό μου, ρεσεψιόν δεν υπάρχει - είναι το γραφείο μου με τον υπολογιστή μου, προσβάσιμος από όλους. Το σαλόνι έχει φιλοξενήσει αρκετό κόσμο που στην αρχή ντρέπεται να βγάλει τα παπούτσια του και να ξαπλώσει, αλλά πολύ γρήγορα το ξεπερνάει. Δεν είναι λίγες οι φορές που σκεπασμένοι με μια κουβέρτα στην άκρη του καναπέ και δίπλα στο τζάκι βρίσκονται άνθρωποι να ξεκουράζονται.
Μου αρέσει όταν βλέπω να έρχονται επισκέπτες και, μόλις πρωτομπαίνουν και βλέπουν τον ξενώνα,
στέκονται διστακτικοί στην αρχή, γιατί δεν γνωρίζουν αν είναι σπίτι ή ο ξενώνας που έκλεισαν για να μείνουν. Στην επόμενη επίσκεψή τους, βέβαια, νιώθουν την άνεση και την οικειότητα του δικού τους χώρου, και αυτό με κάνει πολύ ευτυχισμένο.
Έχει πλάκα να φιλοξενείς στο σπίτι σου ανθρώπους. Έτσι και εγώ στο νέο μου σπίτι έχω 10 δωμάτια, άλλα με θέα στη λίμνη και άλλα με θέα στα βουνά, όλα περιτριγυρισμένα από πράσινο. Και τώρα, εδώ στον «Βυσσινόκηπο», φιλοξενώ ανθρώπους που θέλουν να ζήσουν μαγικά και διαφορετικά, ανθρώπους που ονειρεύονται και ταξιδεύουν. Αυτό είναι ο «Βυσσινόκηπος», ένα μέρος μαγικό, που αφήνεις το χρόνο να κυλήσει αργά και να απολαύσεις τη φύση, να ακούσεις τα σύννεφα να περνάνε ανάμεσα από τα δέντρα, να ονειρεύεσαι, να ακούς το βράδυ τα αηδόνια, να ζεις τη λευκότητα του χιονιού και την ομίχλη του χειμώνα να σε τυλίγει ακούγοντας μουσικές.
Τα δωμάτια εγώ τα αγαπάω, γιατί είναι ένα μικρό κομμάτι του εαυτού μου. Είναι με διαφορετικές ταπετσαρίες και χρώματα, με πίνακες και εικόνες που ταιριάζουν στο κάθε δωμάτιο. Είναι πολλές οι φορές που μπαίνοντας σε κάποιο δωμάτιο έχω την αίσθηση του οικείου μου χώρου. Νιώθω πως είμαι και ο ίδιος επισκέπτης σε κάποιο σπίτι που απολαμβάνω τη φιλοξενία. Τα δωμάτια είναι λιτά, ακριβώς γιατί οι επισκέπτες ζούνε τον περισσότερο χρόνο κάτω στο σαλόνι και την τραπεζαρία. Εκεί γίνονται σχεδόν όλοι μια παρέα και γρήγορα δεν υπάρχει η αμηχανία του άγνωστου.
Από την Αθήνα μου λείπουν οι φίλοι μου, τα πολλά βιβλιοπωλεία, η όπερα και το σούσι! Αλλά τελικά καταφέρνω να ζω και χωρίς όλα αυτά. Με κάποιο τρόπο μαγικό βλέπω τους φίλους μου, επισκέπτομαι τα μικρά βιβλιοπωλεία της πόλης, ακούω όπερα στον «Bυσσινόκηπο» και φτιάχνω σούσι μόνος μου!
Τα πρωινά αποκτούν ξεχωριστή γεύση, μιας και στόχος μου είναι να ξεκινάει η μέρα με ένα νόστιμο και υγιεινό πρωινό με προϊόντα ντόπιας παραγωγής: φρέσκο βούτυρο, μέλι, μαρμελάδες από τα χεράκια μου με φρούτα εποχής, ψωμί ζυμωτό, βιολογικά αβγά, τυρί, καπνιστό ζαμπόν και καφέ σε μεγάλες κούπες… έτσι για χαρά. Είναι πολλές φορές που ετοιμάζω πίτα ή φτιάχνω τηγανητά αβγά μέσα σε ψωμί ή αβγόφετες. Πάντα τα πρωινά θέλω να έχουν μία έκπληξη και να είναι μοναδικά.
Η πιο αγαπημένη μου μαρμελάδα είναι η τζίντζερ. Δεν ξέρω ποσότητα, ούτε αναλογίες. Καθαρίζω το τζίντζερ, το βράζω για λίγη ώρα, μετά το περνάω από το multi, το βάζω σε αντικολλητική κατσαρόλα, βάζω ζάχαρη σχεδόν όση και το τζίντζερ, τρίμμα λεμονιού και χυμό μισού λεμονιού, ανακατεύω, προσεύχομαι και φροντίζω τη μαρμελάδα για μία ώρα και κάτι με σκέψεις… Έχω βράσει τα βάζα και τα έχω στεγνώσει και, μόλις γίνει η μαρμελάδα, τη ρίχνω και κλείνω τα βάζα. Μυστικό: η μαρμελάδα είναι έτοιμη όταν σε ένα κρύο πιάτο βάλουμε μια κουταλιά και με το δάχτυλό μας κάνουμε μια γραμμή ανάμεσα από την κουταλιά και δεν ενωθούν τα δύο μέρη.
Δεν σταμάτησα ποτέ να ζωγραφίζω. Είναι σαν να αναπνέω. Δεν μπορώ να θυμηθώ πώς πρωτοδημιούργησα αυτήν τη φιγούρα που στοιχειώνει όλους τους πίνακές μου, σχεδόν 30 χρόνια κοντά. Είναι ένα προφίλ, άλλοτε γυναίκας, άλλοτε άντρα, χωρίς μεγάλες διαφορές, παρά μόνο στο ντύσιμο και στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το ρόλο που τους δίνω εγώ. Σχεδόν πάντα γράφω κείμενα στα έργα μου. Είναι κείμενα συγγραφέων, ποιητών ή δικά μου πολλές φορές, κείμενα που συνοδεύουν τις εικόνες, που είναι εμμονικά ανθρωποκεντρικές.
Πάντα βάζω κάτι από εμένα, κάτι πολύ και κάτι περισσότερο από όσο αντέχω, και αυτό κάνει τη ζωή μου αληθινή. Δεν ξέρω αν κάνω «ωραία ζωγραφική», ξέρω πως εγώ κοιμάμαι καλύτερα όταν
έχω ολοκληρώσει έναν πίνακα.
Στην Καστοριά, στο Βίτσι, στις Πρέσπες βρήκα ανθρώπους που με μάγεψαν και πραγματικά γέμισαν τη ζωή μου με εικόνες, εμπειρίες και γεύσεις. Η βόλτα στη λίμνη, η Γυρολιμνιά (ο μικρός γύρος της λίμνης), είναι όποια εποχή και όποια στιγμή μαγική. Το Σπήλαιο του Δράκου, ένα υπέροχο σπήλαιο που αξίζει κανείς να το επισκεφθεί. Ο Λιμναίος Οικισμός και οι βυζαντινές εκκλησίες είναι ξεχωριστές εμπειρίες. Οπωσδήποτε βόλτα στο Βίτσι και στα μικρά χωριά Βυσσινιά, Οξυά, Πολυκέρασος, Περικοπή. Και απαραίτητα το ταξίδι στο χρόνο, με μια επίσκεψη στα εγκαταλελειμμένα χωριά Κορέστεια (Μαυρόκαμπος, Κρανιώνα, Γαύρο), υπέροχα χωμάτινα, πλινθόκτιστα χωριά που χάνονται σιγά σιγά με το πέρασμα του χρόνου. Η βόλτα στις Πρέσπες είναι κανόνας. Το καλοκαίρι, μπάνιο στο ποτάμι, στο Νεστόριο, και στην Κορομηλιά, και στη Μικρή Πρέσπα, στον Λαιμό στην παραλία. Υπάρχουν και άλλα που θα τα ανακαλύψετε σιγά σιγά - μικρές διαδρομές με τα πόδια ή με ποδήλατο ή με το αυτοκίνητο, αναβάσεις ήπιες ή άγριες, νυχτερινή ζωή και πρωινές βόλτες, πριν βγει ο ήλιος.
CHEAPART Booth, Gate 2, Νότια Πύλη, Πλατεία ΧΑΝΘ, Θεσσαλονίκη