- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Η πολυάσχολη ζωή του δεν καθρεφτίζεται στη συχνά θανάσιμη ακινησία των έργων του. Έζησε αυτό που θα λέγαμε μία ζωή πληρέστατη, busy. Ο Σάμιουελ Μπέκετ γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1906 και πέθανε στις 22 Δεκεμβρίου 1989. Βίος επαρκώς μακρύς, αλλά κυρίως ευρύς σε εμπειρίες.
Γεννήθηκε στο Δουβλίνο, αλλά έζησε σε διάφορες πόλεις: Μπέλφαστ, Λονδίνο και περισσότερο Παρίσι. Εγκαταστάθηκε μάλιστα εκεί το 1938, αφού διέκοψε οριστικά τις καλές του σχέσεις με τη νοσοκόμα μητέρα του, και δεν το εγκατέλειψε ποτέ. Τον πατέρα του, που ασκούσε το επάγγελμα του επιμετρητή ποσοτήτων (πόσο ασύμβατο και τεχνοκρατικό ακούγεται, όταν το βάζεις πλάι-πλάι με την ιδιότητα του υιού Μπέκετ), τον έχασε το 1933.
Υπήρξε προστατευόμενος αλλά και βοηθός του συμπατριώτη του, Τζέιμς Τζόις. Βοήθησε μάλιστα τον μέντορά του στην έρευνα που έκανε για το διαβόητα δύσκολο βιβλίο του, Finnegan’s Wake. Και βεβαίως επηρεάστηκε σημαντικά από το τζοϊσικό ύφος. Οι σχέσεις του με την οικογένεια Τζόις ψυχράνθηκαν όταν απέρριψε ερωτικά τη (σχιζοφρενή όπως απεδείχθη) κόρη του Τζέιμς, τη Λουτσία.
Αποκόμισε και μια (μεγάλη) τζούρα δράσης, σαν σωστός ήρωας μυθιστορήματος. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο βοήθησε τη γαλλική Αντίσταση, σαν μεταφορέας μηνυμάτων. Πολλές φορές κόντεψε να πέσει στα χέρια της Γκεστάπο. Στα υστερνά του αποκήρυξε αυτή του τη δράση, με τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό «προσκοπικά πράματα».
Τη γυναίκα του, τενίστρια Σουζάν Ντεσεβό-Ντουμεσνίλ, την ερωτεύτηκε μετά από ένα μαχαίρωμα. Το 1938 τον είχε μαχαιρώσει στο Παρίσι ένας διαβόητος προαγωγός. Η Σουζάν, που τον είχε γνωρίσει προηγουμένως, έσπευσε να τον επισκεφθεί στο νοσοκομείο. Σιγά-σιγά ξεκίνησε το ειδύλλιο. Αργότερα παντρεύτηκαν και πέθαναν αμφότεροι το 1989, με διαφορά μερικών μηνών.
Δεν ήταν η μόνη γυναίκα της ζωής του: από τα τέλη της δεκαετίας του '50 μέχρι και τον θάνατό του διατηρούσε παράλληλο δεσμό με την Μπάρμπαρα Μπρέι. Αυτή ακριβώς η παράλληλη σχέση υπήρξε πηγή έμπνευση για το ερωτικό τρίγωνο στο θεατρικό του «Play» (δείτε παρακάτω).
Και, φυσικά, τα έργα του. Ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα (Μέρφι, Μολόι) και, πιο διάσημα, τα θεατρικά του έργα. Πολυγραφότατος, ευτύχησε να δει ένα απρόσμενο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1969 (τα πειραματικά έργα του δεν ήταν ακριβώς αυτό που θα περιμένει κανείς να επιβραβεύσει η Σουηδική Ακαδημία), προτού πεθάνει πλήρης ημερών και δόξης. Αλλά να το πούμε κι αυτό: το χρηματικό ποσό που συνοδεύει το βραβείο δεν το κράτησε για τον εαυτό του.
Το 2001 ήταν η χρονιά που γεννήθηκε το εγχείρημα γνωστό ως «Beckett on Film»: η κινηματογράφηση και των δεκαεννέα θεατρικών του Μπέκετ, με σημαντικούς σκηνοθετές και ηθοποιούς. Απολαύστε μερικά.
Αναπνοή (Breath)
Σε ένα σύμπαν από σκουπίδια, η ανθρώπινη παρουσία υποδηλώνεται απλά ως ανάσα – ή ρόγχος, αν προτιμάτε. Ο Μπέκετ καταφέρει να χωρέσει όλη την αγωνία της ύπαρξης μέσα σε ένα θεατρικό-μινιόν, διάρκειας μόλις 30 περίπου δευτερολέπτων (σίγουρα το μικρότερο μονόπρακτο στην ιστορία). Διαρκεί όσο να πάρεις μια ανάσα. Σκηνοθεσία: Damien Hirst.
Η Τελευταία Μαγνητοταινία του Κραπ (Krapp's Last Tape)
Ο κορυφαίος ίσως μπεκετικός μονόλογος ερμηνευμένος από τον σπουδαίο Τζον Χαρτ. Σαν μέντιουμ, ο ήρωας ακούει φωνές νεκρών από το παρελθόν: το δικό του παρελθόν. Φωνές των νεκρών εαυτών του παρελθόντος του. Όχημα όχι μια κρυστάλλινη σφαίρα, αλλά οι ετήσιες καταγραφές του σε μαγνητοταινίες. Και θυμάται. Και συγκρίνει.
Όχι Εγώ (Not I)
Ένα Στόμα που μιλάει ακατάπαυστα, ακατάσχετα, σπασμωδικά, διακεκομμένα, σε αιχμηρά θραύσματα. Όχι Εγώ. Ο εαυτός καταρρέει και το μόνο που απομένει είναι ένα Στόμα, έρημο στο χάος, ναυάγιο που βυζαίνει αχόρταγα την αιωνιότητα. Το μόνο που έχει μείνει είναι η φωνή. Στο ρόλο του Στόματος η Τζούλιαν Μουρ. Σκηνοθέτης ο Νιλ Τζόρνταν.
Play
Τρεις άνθρωποι – ένας άντρας και δυο γυναίκες, τρία κεφάλια, τρία πιθάρια. Τρεις μονόλογοι που τρέχουν παράλληλα, ενίοτε ο ένας πάνω στον άλλον. Τρεις εραστές – στην Κόλαση ίσως; Στον Άδη; Καταδικασμένοι να επαναλαμβάνουν αενάως, σε ελαφρώς παραλλαγμένη μορφή, τη μάταια, τιποτένια, ασήμαντη ιστορία του ερωτικού τριγώνου τους. Μονόλογοι σε ρυθμούς πολυβόλου από τους Άλαν Ρίκμαν, Κρίστιν Σκοτ Τόμας και Τζούλιετ Στίβενσον.
Περιμένοντας τον Γκοντό (Waiting For Godot)
Ίσως το σημαντικότερο θεατρικό έργο του 20ου αιώνα. Δύο άνθρωποι περιμένουν τον Γκοντό. Και περιμένουν αμετακίνητοι – παρότι καταρρέει το σώμα τους, παρότι συνθλίβεται ο λόγος τους, παρότι παύει να ισχύει ο χώρος και ο τόπος. Η έννοια της ανθρώπινης ματαιότητας δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια.
Το Τέλος του Παιχνιδιού (Endgame)
Σκλάβος. Αφέντης. Όραση. Όχι. Σκουπιδοτενεκέδες. Γονείς. Θάνατος. Το σύμπαν ως ακινησία. Το τέλος κάθε παιχνιδιού.
Πράξη Χωρίς Λόγια (Act Without Words I)
Ο άνθρωπος προσγειώνεται ολομόναχος σε ένα εχθρικό, απρόβλεπτο σύμπαν: η αγαπημένη μπεκετική συνθήκη. Σε αυτό το έργο αποκρυσταλλώνεται καλύτερα από ποτέ. Αντικείμενα πάνε και έρχονται χωρίς προειδοποίηση. Και ο άνθρωπος, καταρρακωμένος, (φυσικά) θα παραιτηθεί τελικά.
Ευτυχισμένες Μέρες (Happy Days)
Η Γουίνι χωμένη μέχρι τη μέση στην άμμο, παγιδευμένη, εκτεθειμένη στο φως του ήλιου. Κοντά της, ο άντρας της, μετά βίας επικοινωνεί μαζί της. Κι όμως, η Γουίνι, παράλογα αισιόδοξη, ελπίζει πως είναι ακόμα μία από αυτές τις «ευτυχισμένες μέρες». Της ύπαρξης. Μέχρι που η περαιτέρω δυσκαμψία και παγωμάρα της δεύτερης πράξης να της ακυρώσει τη βεβαιότητα. Μέχρι να την καταπιεί η άμμος.
Πηγαινέλα (Come and Go)
Έχει θεωρηθεί από ορισμένους το τελειότερο τεχνικά έργο του. Τρεις γυναικείες μορφές αλληλοσυμπληρώνονται.
That time
Χρόνος και εαυτός: οι εμμονές του Μπέκετ.
Νανούρισμα (Rockaby)
Μια κουνιστή καρέκλα πάει κι έρχεται, πάει κι έρχεται και μαζί σείεται -και νανουρίζεται- μία ολόκληρη ζωή.
Μπόνους: Το «Όχι Εγώ» και το «Νανούρισμα» σε παλαιότερες εκδοχές με την αγαπημένη ηθοποιό του Μπέκετ, Μπίλι Γουάιτλο.
Και για το τέλος ο Μπέκετ στα πιο μινιμαλιστικά του, με το Quad: